Nederlandse synoniemen voor 'vrije'

vrije (bn):
vrij(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς.
(en) software: with very few limitations on distribution or improvement.
, gratis(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., kosteloos(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., kosteloze(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., los(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., losse(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς.

cached Via: Dbnary en WikiWoordenboeken