ghostly (bn):
geestelijk(el) σε αντίθεση με την ύλη και τον αισθητό κόσμο., geestelijke(el) σε αντίθεση με την ύλη και τον αισθητό κόσμο., spiritueel(el) σε αντίθεση με την ύλη και τον αισθητό κόσμο.
cached Via: Dbnary en WikiWoordenboeken
Via: Memodata.com