Vertaling van 'inoccupé' uit het Frans naar het Nederlands

inoccupé (bn):
arbeidsloos(en) having no job., gratis(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., kosteloos(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., kosteloze(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., los(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., losse(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., vrij(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., vrije(el) ελεύθερος από περιορισμούς ή ξενική κατοχή ή τυραννικό καθεστώς., werkloos(en) having no job.

cached Via: Dbnary en WikiWoordenboeken